γυρνώντας με πήρε ο ύπνος κανονικά εις το μέσον μαζικής μεταφοράς και δεν κατάλαβα τίποτα, ούτε ντινγκ ούτε ντανγκ και δεν ξέρω πώς έτυχε και άκουσα το δικό μου σταθμό και τσουπ! κατέβηκα. ναιιι, κατέβηκα κάπως σαστισμένη και σκατωμένη γιατί δε θυμόμουν και πολύ τι έκανα πριν ή τι έπρεπε να κάνω τώρα. τι αστείο που θα ήταν να μην είχα ξυπνησει. ααααχ. ζαλιζόμουν κιόλας κάπως σαν να είχα πιεί, που δεν είχα όμως. και επειδή είχα ξαπλώσει με το χέρι να σπρώνχει το μάτι μου δεν έβλεπα πολύ καλά στην αρχή, κάπως θαμπουλούτσικα θάλεγα.
άλλαξα μεταφορικό μέσο το λοιπον. ύστερα κατέβηκα κι απ'αυτό και προχωρώντας προς την αγαπημένη φωλιώδη οικέια μου και ενώ κατουριόμουν και τουρτούριζα εκ του κρύου ο νους μου εδούλευε, θάλεγε κανείς. δεν είναι αυτό το θέμα μας όμως. είπα 'οπως πάντα "γεια" στον περιπτερά εκεί κοντά στο σπίτι μου που του έχω ζητήσει να προμηθευτεί κάτι πολύτιμα για μένα υλικά, αλλά ακόμα δεν το έχει κάνει, μου είπε "καλό ξημέρωμα" και περπατώντας, λίγο πριν φτάσω στην εξώπορτα ανακάλυψα ότι καθόλη τη διάρκεια αυτής της πεζοπορίας μου εγώ είχα ένα άκρως ξινισμένο-δυσκοίλιο ύφος ελέφαντα που έχει φάει προβοσκιδιά στη μούρη.
και αυτή ήταν η αληθινή και τραγική ιστορία μου.
2 σχόλια:
ένα δάκρυ κύλησε στο τροφαντό μάγουλό μου...
ω χρυσέ μου!
Δημοσίευση σχολίου